γυναικολατρεία

γυναικολατρεία
η женолюбие

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "γυναικολατρεία" в других словарях:

  • γυναικολατρία — η η λατρεία τής γυναίκας, η αφοσίωση στη γυναίκα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γυναικολάτρης. Η λ., στον μη ορθό τ. γυναικολατρεία, μαρτυρείται το 1809 από τον Γρηγόρ. Ζαλίκογλου στο Λεξικόν Γαλλικής Γλώσσας] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»